apofasi8,11ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Βρισκόμαστε σε μια παγκόσμια ανακατάταξη οικονομικής και γεωστρατηγικής ισχύος, με ισχυρούς παίκτες ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Ιαπωνία και δευτερευόντως την Ε.Ε, λόγω απουσίας κοινής εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Σ’ αυτήν εμπλέκονται και περιφερειακές δυνάμεις όπως η Τουρκία στην περιοχή μας.

Υπάρχει επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας εξαιτίας της περικύκλωσης της δεύτερης από ΗΠΑ - ΝΑΤΟ, αμφισβητώντας την επιρροή της στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, τον έλεγχο των ενεργειακών πόρων, ζητήματα που επηρεάζουν και τον συντονισμό των δυνάμεων για την κατάπνιξη του ISIS και τη λήξη του πολέμου.
Στην Τουρκία ο Ερντογάν αξιοποιεί την απόπειρα πραξικοπήματος και επιβάλλει ένα αυταρχικό και δεσποτικό καθεστώς, γεγονός που δημιουργεί μεγάλη εσωτερική κρίση. Επιδιώκοντας να την εξάγει, θέτει το ζήτημα της αναθεώρησης της συνθήκης της Λωζάννης και προβάλλει διεκδικήσεις στα νησιά του Αιγαίου. Οι στρατηγικές επιδιώξεις του Ερντογάν παρεμποδίζουν τις διαπραγματεύσεις των δύο κοινοτήτων για την επίλυση του Κυπριακού, τον φέρνουν σε αντιπαράθεση με την Ε.Ε. με κίνδυνο τη μη εφαρμογή της συμφωνίας για το προσφυγικό. Αξίζει να σημειώσουμε την αλλαγή της θέσης του Κ.Κ.Ε που εναντιώνεται στη διζωνική κρατική υπόσταση και έρχεται σε αντίθεση με το ΑΚΕΛ και την κοινή θέση των Ελληνοκυπρίων.
Η εκλογή του Τράμπ και η κυριαρχία των συντηρητικών στην βουλή και τη γερουσία, θα επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Ευρώπη και τη Ρωσία και θα επηρεάσει τις ισορροπίες στην Ανατολική Λεκάνη της Μεσογείου.

ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΣΕ ΚΡΙΣΗ
Στον πολυκεντρικό και παγκοσμιοποιημένο κόσμο που ζούμε, ασταθή λόγω της κρίσης, μόνο μια Ενωμένη Ευρώπη ως οικονομικό και πολιτικό μέγεθος μπορεί να παίξει ρόλο στα παγκόσμια προβλήματα και να εξασφαλίσει την ευημερία των λαών της. Και ενώ χρειάστηκε πάνω από μισός αιώνας για την ένωση της, η οικονομική κρίση όπως ξέσπασε και ο τρόπος αντιμετώπισης της απαίτησε μόλις 8 χρόνια για να δημιουργήσει βάσιμο κίνδυνο αποδόμησης και ανεπανόρθωτης διαίρεσης της.
Αντί σύγκλιση, συντελείται απόκλιση και το χάσμα μεταξύ αδύναμων και ισχυρών χωρών διευρύνεται. Η αβελτηρία και τα κενά πολιτικής της Ε.Ε στην αντιμετώπιση των σημαντικών επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης, τροφοδοτούν από τη μια την διαίρεση και από την άλλη την ανάγκη της ενίσχυσης της διαδικασίας εμβάθυνσης Οι δύο αυτές πολιτικές κατευθύνσεις συγκρούονται σήμερα στη Ευρώπη.
Η Ένωση βρίσκεται σε κίνδυνο περισσότερο παρά ποτέ. Η Γερμανία η πιο ισχυρή οικονομία της Ευρώπης, εμφανίζεται αμετάθετη σε μια πολιτική που βαθαίνει τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες και διασπά τη συνοχή της.
Ο τρόπος επίλυσης του Brexit και η εκλογή του Τραμπ στις ΗΠΑ δημιουργούν ένα καινούργιο πλαίσιο για την Ε.Ε. και νέες προκλήσεις στις διατλαντικές οικονομικές σχέσεις και τις σχέσεις ασφάλειας και άμυνας.
Ένας κίνδυνος πλανάται πάνω από την ΕΕ, μετά το Brexit και την εκλογή του Τραμπ: Να αποενοχοποιηθεί ο δεξιός- ακροδεξιός αντιευρωπαϊκός λαϊκισμός, στον εκλογικό κύκλο που ανοίγει στις 04/12/2016 , και να έχουμε αρνητικές εξελίξεις όπως: την εκλογή ακροδεξιού προέδρου στην Αυστρία, τη νίκη του ΟΧΙ στο Ιταλικό δημοψήφισμα που θα ανοίγει το δρόμο σε εκλογές με τον Γκρίλο να προηγείται στις δημοσκοπήσεις, την εκλογική εκτόξευση της ακροδεξιάς στην Ολλανδία τον Μάρτιο, την άνοδο της Λεπέν στις προεδρικές εκλογές στην Γαλλία τον Μάιο, με άγνωστο, πως όλα τα προηγούμενα θα πριμοδοτήσουν την ακροδεξιά στη Γερμανία στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2017.
Χρειάζεται μια μεγάλη προοδευτική συμμαχία-συνάντηση πολιτικών δυνάμεων, αριστερών, πράσινων, μεταρρυθμιστών, σοσιαλδημοκρατών, φιλελεύθερων, κεντροδεξιών, σε επίπεδο ευρωκοινοβουλίου, εθνικών κοινοβουλίων και κυβερνήσεών, ένα new deal για την Ευρώπη, για αλλαγή της πολιτικής λιτότητας και την δημοκρατική εμβάθυνση των ευρωπαϊκών θεσμών.

Χρειάζεται :

• Ανάσχεση των ακροδεξιών τάσεων, κομμάτων και κυβερνήσεων που υψώνουν τείχη εντός της Ε.Ε και αναπαραγάγουν εθνικισμούς και διαμόρφωση προοδευτικών προτάσεων απέναντι στην ακροδεξιά.
• Ελαστικοποίηση του σύμφωνου σταθερότητας, ώστε να μην προσμετρούνται στο ποσοστό του ελλείμματος, κεφάλαια για δημόσιες επενδύσεις που συμβάλλουν στην απασχόληση.
• Αποκατάσταση της συνθήκης Σέγκεν και εφαρμογή των μέτρων της συμφωνίας για το μεταναστευτικό που αφορά πρωτίστως τη χώρα μας.
• Αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, όχι μόνο με μέτρα ασφαλείας, αλλά με πρωτοβουλίες επίλυσης των πολεμικών συρράξεων στην Ανατολική Μεσόγειο Συρία- Ιράκ και συμφωνίες με τις χώρες της Βορείου Αφρικής.
• Αναθεώρηση της σχέσης με τη Ρωσία, διεύρυνση των οικονομικών συνεργασιών και δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης, άρση του εμπάργκο και ενεργοποίηση της συμφωνίας του Μινσκ για την επίλυση του ζητήματος της Ουκρανίας.

Η ελληνική κυβέρνηση ορθώς ασκεί πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, με επίκεντρο τα συμφέροντα της χώρας αλλά και την ειρήνη και την σταθερότητα στην περιοχή και προωθεί σε ένα βαθμό τη συνεργασία με τη σοσιαλδημοκρατία, τους οικολόγους, τους φιλελεύθερους, αλλά και με κυβερνήσεις της κεντροδεξιάς όπου υπάρχουν συμπτώσεις, στη βάση των προτάσεων της σύσκεψης των Ευρωμεσογειακών χωρών στην Αθήνα.
Η επίσκεψη Ομπάμα σε Αθήνα και Βερολίνο συμβάλει στην Ευρωπαϊκή ενότητα και ευνοεί την διαπραγμάτευση για το χρέος της Ελλάδας.

ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

• Η Κυβέρνηση έχει σε προτεραιότητα το γρήγορο κλείσιμο της β’ αξιολόγησης και τη διαπραγμάτευση για το χρέος, εντός του έτους, με στόχο να ληφθούν άμεσα τα βραχυπρόθεσμα μέτρα και να προσδιοριστούν ταζ μεσομακροπρόθεσμα, που θα εφαρμοστούν μετά το 2018, προσβλέποντας ότι αυτά τα μέτρα θα επιτρέψουν την ένταξη της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ και θα δημιουργήσουν θετικό κλίμα για τη μελλοντική έξοδο στις αγορές. Στην κατεύθυνση αυτή δημιουργείται κλίμα σύμπλευσης μεταξύ του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων εταίρων. Αγκάθι στην διαπραγμάτευση, είναι το γεγονός ότι οι δανειστές εκτιμούν ότι υπάρχει δημοσιονομικό κενό περί το 1 δις ευρώ στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για το 2017- 18.
• Η κυβέρνηση δίκαια ανέλαβε πρωτοβουλία αδειοδότησης των καναλιών, για να φύγουμε από την ανομία 27 χρόνων. Τα κόμματα που ευθύνονται γι’ αυτό δεν δικαιούνται να μονοπωλούν υποκριτικά την νομιμότητα. Ιδιαίτερα η Ν.Δ που σύναψε συμμαχία με τα συστημικά MEDIA, που έχουν ιδιοτελή συμφέροντα. Όμως η κυβέρνηση με τους χειρισμούς της, χάνει το δίκιο της.
Έκρινε την απόφαση του Στ.Ε., που κλήθηκε να αποφανθεί αν ο νόμος είναι ή δεν είναι συνταγματικός με πολιτικά κριτήρια, πράγμα άτοπο για θεσμό της δικαιοσύνης.
Η κυβέρνηση επιτάχυνε σωστά την συγκρότηση του ΕΣΡ, για να περάσει τις αρμοδιότητες σύμφωνα με την απόφαση του Στ.Ε., όπου απαιτείται συναινετική κοινοβουλευτική διαδικασία με πλειοψηφία του 80%. Η πρόταση για Πολύδωρα πρόεδρο του ΕΣΡ, που καθύβρισε τα κόμματα από τα οποία την επομένη θα ζητούσε την ψήφο τους, ήταν κακόγουστο πολιτικό «θέατρο».
Η συγκρότηση του ΕΣΡ με τη σύγκλιση των κομμάτων αποτελεί θετική εξέλιξη.
Ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης, η σύνθεση και αναδιάταξη της έγινε με κύριο κριτήριο την προώθηση των προαπαιτούμενων της συμφωνίας με τους θεσμούς και την αποτελεσματικότητά της. Έφυγαν ή μετατέθηκαν υπουργοί που παρεμπόδιζαν την εφαρμογή μέτρων της συμφωνίας, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις ή που είχαν σηκώσει το βάρος αντιδημοφιλών μέτρων όπως το συνταξιοδοτικό, ή για να εκτονωθούν αντιπαραθέσεις με την εκκλησία.
Δεν έγινε η αναμενόμενη πολιτική διεύρυνση στο κυβερνητικό σχήμα.

H αντιπολίτευση της Ν.Δ. του κ. Μητσοτάκη.
Η δημοσιονομική πολιτική είναι δεδομένη για μεγάλο χρόνο, η οικονομική πολιτική περιορισμένη και η πορεία για την ανάκαμψη και ανάπτυξη της χώρας μακρά και δύσκολη.
Σε αυτό το περιβάλλον η Ν.Δ. μας λέει , με μια τρομακτική και μεσσιανική ευκολία, ότι αρκεί να φύγει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, να έρθει αυτή στην κυβέρνηση και όλα τα θέματα θα λυθούν.
Η πολιτική στρατηγική του κ. Μητσοτάκη, για άμεσες εκλογές, εφευρέθηκε για να αναδείξει επιθετικά μια κυβερνητική εναλλακτική λύση απέναντι στον Τσίπρα, να συσπειρώσει τις συντηρητικές δυνάμεις, να θέσει με μετωπικές παρεμβάσεις την διαχωριστική γραμμή απομόνωσης της κυβέρνησης, για να ηγεμονεύσει στον χώρο του κέντρου και να επιταχύνει την φθορά της.
Σε μια στιγμή κρίσιμη που απαιτείται η εφαρμογή της συμφωνίας με την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης, για να διαμορφωθεί κλίμα εμπιστοσύνης και σταθερότητας, στοιχεία απαραίτητα για την προσδοκώμενη ανάκαμψη, η πολιτική της Ν.Δ. συμπυκνώνεται στο «παραιτηθείτε» και «εκλογές».
Η Ν.Δ. ως υπεύθυνο κόμμα έχει την υποχρέωση να αντιπολιτεύεται με εθνικούς όρους. Δεν μπορεί να καταφεύγει σε σαμποτάζ στην κυβέρνηση, όταν το κόστος θα το χρεωθούν ή χώρα και οι πολίτες, αγνοώντας τους εθνικούς κινδύνους , οικονομικούς και πολιτικούς.
Ο κ. Μητσοτάκης δεν ασκεί προγραμματική αντιπολίτευση με αίσθημα ευθύνης, απεναντίας ασκεί μια δημαγωγική πολιτική καταστροφολογίας.
Είναι καιρός να πολλαπλασιαστούν οι φωνές, από όλο το πολιτικό φάσμα, που πρέπει να πουν ένα stop σε αυτήν την πρακτική και μεθοδολογία αντιπολίτευσης του κ. Μητσοτάκη.


• Τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου:

Στη «Δημοκρατική Συμπαράταξη», υπήρξε η πρώτη δημοσία πολιτική μομφή στον κ. Βενιζέλο που επιχειρούσε να την σύρει σε συμμαχία με την Ν.Δ. Κυοφορείται συνάντηση του Γ. Παπανδρέου με την κ. Γεννηματά, ο οποίος ορθώς δήλωσε ότι χρειάζεται ένα εθνικό μέτωπο για το χρέος και την υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Είναι προς όφελος του πολιτικού συστήματος, η ενότητα του μεσαίου χώρου ως αυτόνομου πόλου από την ΝΔ. Οι δυνάμεις του οφείλουν να αναδείξουν τον αυτοτελή ρόλο τους και την χρησιμότητα τους, για εξελίξεις σε προοδευτική κατεύθυνση.

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Η χώρα βρίσκεται στην πιο κρίσιμη στιγμή. Η οικονομία για μια ακόμη χρονιά είναι σε στασιμότητα, η κοινωνία λόγω της εφαρμογής των δημοσιονομικών μέτρων, μειώσεις συντάξεων, τεράστια φορολογικά και ασφαλιστικά βάρη, με το ιδιωτικό χρέος Μ.Μ. Επιχειρήσεων και νοικοκυριών να διευρύνεται, χωρίς να μπορεί να εξυπηρετηθεί και την ανεργία ψηλά. Το 2016 είναι ο έβδομος χρόνος στασιμότητας.
• Αισιόδοξο μήνυμα αποτελεί η έκθεση της Κομισιόν η οποία προβλέπει ισχυρή ανάκαμψη της Ελληνικής οικονομίας λόγω αύξησης των ιδιωτικών επενδύσεων με αύξηση του ΑΕΠ 2,7% το 2017 και 3,1% το 2018, ως αποτέλεσμα του οικονομικού κλίματος μετά την Α’αξιολόγηση, τη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών και τη ρευστότητα λόγω αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών από την επερχόμενη δόση.
Κεντρικό πρόβλημα είναι η πολιτική σταθερότητα. Υπάρχει ραγδαία πτώση της δημοφιλίας του Αλ. Τσίπρα και κατάρρευση της πρόθεσης ψήφου στον ΣΥΡΙΖΑ ,στο 50% περίπου των ψηφοφόρων του Σεπτεμβρίου 2015. Η Ν.Δ. εμφανίζεται πρώτη δύναμη με σημαντική διαφορά, χωρίς να διευρύνει την επιρροή της από τις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2016.
Η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών είναι δυσαρεστημένοι από την κυβέρνηση, όπου συγκαταλέγεται μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και η πλειοψηφία των νέων. Η αρνητική στάση έναντι του συνόλου του πολιτικού συστήματος διευρύνεται, υπερβαίνει το 40%. Σε αυτή την αναξιοπιστία εκτός από «το παλιό πολιτικό σύστημα», συνετέλεσε και ο ΣΥΡΙΖΑ με τη μεγάλη ψαλίδα μεταξύ εξαγγελιών και πεπραγμένων ενώ οι δημοσιονομικοί περιορισμοί ήταν γνωστοί και προφανείς, με τις ανακολουθίες, τις αυταπάτες και τις αυτοδιαψεύσεις του. Οι πολίτες είναι σε συντριπτικό βαθμό απογοητευμένοι χωρίς ελπίδα και διακατέχονται από φόβο και ανασφάλεια.
• Η κυβέρνηση δεν έχει άλλο δρόμο, παρά το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης και την απόσπαση μιας διευθέτησης του χρέους, ώστε να ενταχθούμε στο καθεστώς της ποσοτικής χαλάρωσης που μπορεί να αλλάξει το σκηνικό. Οι εκλογές ως επιλογή της κυβέρνησης, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
Το «ΔΙΚΤΥΟ ΑΡΙΣΤΕΡΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΩΝ», χώρος πολιτικού διαλόγου και παρεμβάσεων έχει ταυτοτικό στοιχείο την πολιτική των συμμαχιών των προοδευτικών δυνάμεων, για την διαμόρφωση μιας πλατιάς πολιτικής και κοινωνικής προγραμματικής συμφωνίας, ικανής να κυβερνήσει τη χώρα και να τη βγάλει από τη κρίση.

Οι χαμένες ευκαιρίες.

• Η μνημονιακή συμφωνία που συνάφθηκε για να παραμείνει η χώρα στο ευρώ που επικυρώθηκε με μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και εγκρίθηκε με την ψήφο στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, ήταν σημείο τομής για τον ΣΥΡΙΖΑ και το πολιτικό σύστημα.
Έδινε τη δυνατότητα να επιχειρηθεί ένας διάλογος για την δημιουργία ευρύτερης κυβέρνησης με τη συμμετοχή κομμάτων που την είχαν εγκρίνει και ήταν ενδεχόμενο να συμφωνήσουν σε ένα νέο προγραμματικό πλαίσιο προσαρμογής της χώρας με το μέγιστο δυνατό κοινωνικό και δημοκρατικό όφελος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε την εφαρμογή της συμφωνίας, από μια κυβέρνηση που ήταν μειοψηφία στο λαό και ήταν σίγουρο ότι θα συρρικνωνόταν ταχύτατα, υπό το βάρος των μέτρων, σε μια οικονομία και κοινωνία που τα αποθέματα της είχαν εξαντληθεί.
Έθεσε λάθος τη διαχωριστική γραμμή και την επένδυσε με λάθος συνθήματα. «Πρώτη φορά κυβέρνηση της αριστεράς», απέναντι στο «παλιό πολιτικό σύστημα», καταπίνοντας μια τεράστια αντίφαση. Τι αριστερή κυβέρνηση είναι αυτή που εφαρμόζει την πιο σκληρή λιτότητα και μάλιστα θεωρεί, ότι μόνο οι χθεσινές αντιμνημονιακές δυνάμεις ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, μπορούν να την εφαρμόσουν. Το αποτέλεσμα δεν θα ήταν δεδομένο, αλλά το λιγότερο θα άμβλυνε την πόλωση και θα βοηθούσε τους πολίτες να βγάλουν τα συμπεράσματά τους.
• Ο ΣΥΡΙΖΑ βιάστηκε να φέρει στη βουλή την απλή αναλογική, χωρίς να επιδιώξει διαπραγματεύσεις με τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου, για την ψήφιση ενός αναλογικού συστήματος με 180 βουλευτές, ώστε να ισχύει από τις προσεχείς εκλογές. Κύρια όμως ευθύνη φέρουν τα κόμματα του μεσαίου χώρου, με την επιλογή, της μη υπερψήφισης της απλής αναλογικής, σύστημα που τα καθιστούσε απαραίτητους παράγοντες στην προοπτική συγκρότησης κυβερνήσεων συνεργασίας.
• Πρόσκληση διαλόγου και συμπόρευσης απηύθυνε ο ΣΥΡΙΖΑ σε κινήσεις και πρόσωπα του ευρύτερου αριστερού και προοδευτικού χώρου.
Η πρόταση αποκλείει ξανά, τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου από κάθε διάλογο, δεν ενθαρρύνει την επικοινωνία, υψώνει τείχη, και δεν διευκολύνει την άρση της πόλωσης.
Είναι πολιτικά σωστό να μην αξιοποιούνται οι υπαρκτές διαφορές των κομμάτων του κέντρου από τη ΝΔ και να χαρίζονται συλήβδην, στον συντηρητικό πόλο;
Έχει καμιά σχέση η πολιτική αυτή, με την πολιτική του «ανοικτού χεριού», που καλεί και ωριμάζει την ανταπόκρισή των δυνητικών συμμάχων;
Είναι δυνατό το Κ.Κ. Πορτογαλίας να στηρίζει μια κυβέρνηση των σοσιαλιστών σε προγραμματική βάση και ο ΣΥΡΙΖΑ να μην επιδιώκει ούτε το διάλογο σε επιμέρους ζητήματα με τα κόμματα του μεσαίου χώρου, ενώ κατέχει κυρίαρχο ρόλο;
• Φαίνεται ότι βάση αυτών των επιλογών είναι η στρατηγική του νέου δικομματισμού, η ανάδειξη της αντίθεσης αριστερά-δεξιά, ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ και όχι της αντίθεσης συντηρητικού και προοδευτικού πόλου, που χωράει και αναγνωρίζει το ρόλο των κομμάτων του μεσαίου χώρου και ανταποκρίνεται στην πολιτική και κοινωνική κατάσταση της χώρας. Αυτό είναι πρόδηλο λάθος, σήμερα που οι μετρήσεις δείχνουν, ότι ο νέος δικομματισμός θα αναδείξει κυβέρνηση την ΝΔ και γι’ αυτό η ΝΔ άρπαξε την ευκαιρία- ρόλο, με υπέρμετρο ζήλο και τον παίζει σε υψηλούς τόνους.

Αυτή η στρατηγική μπορεί ίσως να είναι χρήσιμη στην κομματική συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ, είναι όμως περισσότερο χρήσιμη στη ΝΔ, και προσκρούει στην πραγματικότητα και στις ανάγκες της χώρας. Αφού:

- Δεν αντιστοιχείται με την ανάγκη μιας πλατιάς συνάντησης των προοδευτικών δυνάμεων για την αλλαγή της πολιτικής λιτότητας και δημοκρατικής εμβάθυνσης των δημοκρατικών θεσμών, την ίδια στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ την επικαλείται και την προωθεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης .
- Ο πολωτικός δικομματισμός, αποκρύπτει τις συμπτώσεις και διογκώνει τις αντιθέσεις, καταστρέφει τόσο την προοδευτική συνεργασία, όσο και την ευρύτερη συναίνεση, στοιχείο απαραίτητο για την σύγκλιση του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας, σε κάποιους αναγκαίους εθνικούς στόχους για να βγούμε από την κρίση. Άλλωστε ο πολωτικός δικομματισμός αποδεικνύεται τεχνητός όταν η κυβέρνηση υλοποιεί ένα νέο μνημόνιο (αναγκαστικά βεβαίως για να παραμείνουμε στο ευρώ και να βγούμε σταδιακά από την κρίση), γεγονός που αντικειμενικά δεν επιτρέπει να υποστηρίζει κάποιος ότι η διάκριση των πολιτικών έχει χαρακτήρα αντίθεσης φώς - σκότους.

• Η πολιτική της προοδευτικής συνεργασίας για την διακυβέρνηση της χώρας, δεν μπορεί να υπηρετηθεί από το μπλοκ δυνάμεων, που συγκροτούν μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ, το οποίο δημιουργήθηκε στη βάση της τυπικής διάκρισης "μνημόνιο - αντιμνημόνιο" που είχε επικρατήσει στο παρελθόν. Προϋποθέτει την συσπείρωση όλων των προοδευτικών, μεταρρυθμιστικών και εκσυγχρονιστικών δυνάμεων.
• Δεν μπορεί να υπηρετηθεί ούτε από μια μικρή συσπείρωση δυνάμεων γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ με τη μορφή της στήριξης του κυβερνητικού έργου. Είναι αναγκαία η συσπείρωση των ευρύτερων προοδευτικών δυνάμεων (κομμάτων, κινήσεων, συσπειρώσεων και προσώπων).
• Σε αυτή την κατεύθυνση είναι απαραίτητο οι δυνάμεις του ενδιάμεσου χώρου να απαλλαγούν από την εξάρτηση από το πολιτικό σχέδιο της Ν.Δ και ο ΣΥΡΙΖΑ να απαντήσει στο κρίσιμο ερώτημα αν επιλέγει το δικομματισμό (ΣΥΡΙΖΑ έναντι της ΝΔ) ή τη συμπαράταξη όλων των προοδευτικών δυνάμεων, απέναντι στη ΝΔ.
Η προοδευτική συνεργασία, ως διαδικασία διαλόγου, ώσμωσης, συνθέσεων και κοινής δράσης, είναι αναγκαία και τώρα, για την υποστήριξη της διαπραγμάτευσης, την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων στο κράτος και την οικονομία, αναθεώρηση του συντάγματος κ.α. και μετά, γιατί ο δρόμος εξόδου από την κρίση είναι μακρύς και δύσκολος και μόνον αυτή μπορεί να κερδίσει την ηγεμονία από τη συντηρητική παράταξη.
Η πολιτική αυτή απευθύνεται στους πολίτες και προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τα κόμματα του μεσαίου χώρου, που μπορούν να την υλοποιήσουν σε μια διαδικασία ωρίμανσης της.

Αυτή η προοδευτική συνεργασία:

  • Θα αντιπαρατεθεί στη συντηρητική πολιτική της ΝΔ και στις κυρίαρχες δυνάμεις του παρελθόντος που θέλουν ιδιοτελώς να διατηρήσουν τα προνόμια και την παθογόνο - εξωθεσμική κυριαρχία τους
  • Θα προωθήσει τη δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας με την μέγιστη δυνατή δικαιοσύνη και αποτελεσματικότητα.
  •  Θα δημιουργήσει προϋποθέσεις ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας, θα βελτιώσει τη θέση της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, θα εκσυγχρονίσει την παραγωγική της δομή και θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα που στηρίζεται στη γνώση και την έξυπνη εξειδίκευση.
  • Θα υπερβεί τη στενή κομματική αντίληψη για τις μεθόδους διακυβέρνησης και θα αξιοποιήσει το καλύτερο δυναμικό που διαθέτει η ελληνική κοινωνία.
  • Θα προωθήσει ένα πρόγραμμα εφαρμόσιμων δημοκρατικών εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων που θα αλλάξουν εκ βάθρων τη χώρα «κόβοντας δρόμο» και θα παράγουν εμπράκτως ισοδύναμα αποτελέσματα, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο το περιθώριο σταδιακής αντικατάστασης των συντηρητικών πολιτικών από προοδευτικές.
  • Θα κρατήσει σταθερά ανοικτή τη διαδικασία συναίνεσης για την προώθηση των καλύτερων δυνατών λύσεων σε μεγάλα εθνικά θέματα αλλά και των αυτονόητων εκσυγχρονιστικών αλλαγών που έχει ανάγκη η χώρα όπως η συνταγματική αναθεώρηση.

Είναι καιρός πλέον η Ελλάδα να φύγει από τα μνημόνια και να σχεδιάσει συναινετικά το μέλλον της. Το πολιτικό σύστημα το χρωστάει, ιδιαίτερα στη νέα γενιά.

Ως «Δίκτυο Αριστερών Δημοκρατών», επιδιώκουμε να συμβάλλουμε σε αυτή την κατεύθυνση.