Οι ευρωεκλογές διεξάγονται σε μια περίοδο που η Ευρωπαϊκή Ένωση κλονίζεται ως αποτέλεσμα του δημοκρατικού ελλείμματος και της αποτυχίας της να διασφαλίσει τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των ευρωπαϊκών λαών.
Εξελίσσεται απειλητικά μια αντανακλαστική ροπή προς τα δεξιά. Ενισχύονται οι δυνάμεις της ακροδεξιάς και του εθνικισμού, ενώ και δυνάμεις της κεντροδεξιάς υιοθετούν ψηφοθηρικά μεγάλο μέρος αυτής της επικίνδυνης ατζέντας. Έτσι αποκτούν δυναμική οι φυγόκεντρες τάσεις και εμφανίζονται διαλυτικά φαινόμενα.
Οι απαντήσεις που δίνουν αυτές οι δυνάμεις σε όλα τα επίδικα θέματα είναι σε λάθος κατεύθυνση. Η φοβική και περίκλειστη Ευρώπη, η à la carte στήριξη των κοινών αποφάσεων (όπως συνέβη στην προσφυγική κρίση), η αποδυνάμωση των ευρωπαϊκών οργάνων και πολιτικών και η επιστροφή στον αυτοκαθορισμό τού κάθε κράτους μέλους και πολύ περισσότερο η επιδίωξη διάλυσης της Ε.Ε θα επιδεινώσει περαιτέρω αντί να βελτιώσει τη σημερινή δύσκολη κατάσταση των λαών.
Μια τεράστια οπισθοδρόμηση είναι προ των πυλών. Τίποτα από τις κατακτήσεις των ευρωπαϊκών κοινωνιών δεν θα μείνει αλώβητο. Η επιστροφή στην Ευρώπη των εθνικισμών θα αναιρέσει την ειρηνική συμβίωση και την πρόοδο των ευρωπαϊκών κρατών.
Κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν θα μπορέσει μόνο του ή και με συμμαχίες εκτός Ε.Ε. να αντιμετωπίσει τους μεγάλους κλονισμούς της παγκοσμιοποίησης, της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, της κλιματικής αλλαγής και των πολιτισμικών ανακαθορισμών. Σε 30 χρόνια κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν θα συγκαταλέγεται εντός των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων του κόσμου, όπως η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει στο κείμενό της : «60 λόγοι για την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Η αδυναμία αντιμετώπισής της κρίσης στην Ε.Ε. δεν οφείλεται στο ότι οι Ευρωπαίοι κάναμε πολλά από κοινού αλλά αντιθέτως οφείλεται στο ότι κάναμε λίγα. Χρειαζόμαστε το ακριβώς αντίθετο από αυτό που μας συμβαίνει. Η μόνη δυνατότητα να διατηρήσουμε το δημοκρατικό και κοινωνικό κεκτημένο και να απαντήσουμε στις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου, είναι να σχηματίσουμε μια μεγάλη οικονομική και πολιτική οντότητα, που θα μπορεί να επιδρά στις διεθνείς εξελίξεις. Ακριβώς για αυτό το λόγο αποκτά ύψιστη σημασία ο πολιτικός αγώνας για την προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Το μόνο πολιτικό σχέδιο που δίνει προοπτική στην Ε.Ε είναι αυτό της ενοποίησης με ταχύτητα : «Πιο μακριά, πιο δυνατά, όλοι μαζί». Το «όλοι μαζί» βέβαια εξαρτάται από τις επιθυμίες των κρατών μελών οπότε θα πρέπει στην πορεία της ενοποίησης αφενός να μην υπάρχουν αποκλεισμοί και αφετέρου να δίνεται η δυνατότητα να προχωρήσουν ταχύτερα όσοι θέλουν να το πράξουν.
Σε αυτή την κατεύθυνση, όπως στο επίπεδο των εθνικών κρατών καθιερώθηκαν δημοκρατικοί θεσμοί, είναι αναγκαίο να εγκαθιδρυθούν θεσμοί άμεσης και αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας σε επίπεδο Ε.Ε. Είναι δε δυνατόν, η επαναδιατύπωση των κανόνων της δημοκρατίας σε υπερεθνικό επίπεδο, να καθιερώσει ακόμη πιο ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων. Ιδιαίτερα για τα λιγότερο ισχυρά κράτη η μεταεθνική ευρωπαϊκή δημοκρατία είναι η μόνη πολιτειακή συγκρότηση που θα εμπεδώσει την ισότιμη σχέση των πολιτών τους προς τους πολίτες των ισχυρών κρατών.
Μέσω της διαδικασίας πολιτικής ενοποίησης, θα νομιμοποιούνται οι ευρωπαϊκές πολιτικές, θα συνδέονται οι εθνικές ταυτότητες με την κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα και θα διαμορφώνεται σταδιακά ο ευρωπαϊκός λαός. Χρειαζόμαστε τον ευρωπαϊκό πατριωτισμό, όπως ευφυώς μας προτρέπει ο μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας.
Η συμφωνία επί των πολιτικών που θα ακολουθηθούν δεν θα πρέπει να θεωρείται προαπαιτούμενος όρος για να συμφωνήσουμε στην προώθηση της πολιτικής ενοποίησης. Ο χαρακτήρας των πολιτικών θα κρίνεται δημοκρατικά μέσω της λαϊκής ετυμηγορίας όπως τώρα γίνεται στο επίπεδο των κρατών μελών. Οι δημοκρατικές διαδικασίες μιας ενοποιημένης Ε.Ε είναι το νέο πεδίο στο οποίο θα ξεδιπλώνονται οι πολιτικές αντιπαραθέσεις και θα ανταγωνίζονται τα πολιτικά σχέδια.
Η πολιτική ενοποίηση της Ε.Ε. θα έχει θετική επενέργεια όχι μόνο στα κράτη μέλη αλλά και στην πορεία του κόσμου. Η ενοποίηση στην ευρωπαϊκή ήπειρο αφενός θα κάνει ισχυρότερη την επίδραση των ευρωπαϊκών πολιτικών στις διεθνείς εξελίξεις και αφετέρου θα λειτουργήσει υποδειγματικά για τη διαμόρφωση αρμονικών σχέσεων και την από κοινού αντιμετώπιση των πλανητικών προβλημάτων.
Οι προοδευτικές δυνάμεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να αγωνιστούν ταυτοχρόνως σε δύο επίπεδα.
Το πρώτο επίπεδο είναι να ξεκλειδώσουν το δρόμο της επανεκκίνησης της ενοποίησης και του οράματος της ενωμένης Ευρώπης αναπτύσσοντας τις ευρύτερες δυνατές συνεργασίες με συμμετοχή δυνάμεων από όλο το δημοκρατικό τόξο, συμπεριλαμβανομένων ακόμη και των δυνάμεων της κεντροδεξιάς και των φιλελευθέρων που τάσσονται υπέρ της ενοποίησης.
Το δεύτερο παράλληλο επίπεδο είναι ο αγώνας για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα είναι ευθέως ανταγωνιστικό με τον ακροδεξιό λαϊκισμό αλλά και τον νεοφιλελευθερισμό. Η συνέχιση των ίδιων νεοφιλελεύθερων πολιτικών θα βαθαίνει τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, θα διατηρήσει το δημοκρατικό έλλειμα και θα συνεχίσει να υποθάλπει την ακροδεξιά.
Είναι απαραίτητο ένα σύγχρονο προοδευτικό πολιτικό σχέδιο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με τη δημιουργία εργαλείων κοινής αντιμετώπισης του χρέους, τη σύνδεση της δημοσιονομικής προσαρμογής με την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή, την ενίσχυση των πολιτικών συνοχής των κρατών μελών, την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας,την εκδίπλωση συνεκτικών πολιτικών δια βίου μάθησης και την προώθηση της δημοκρατικής διαχείρισης της γνώσης.
Για την προώθηση αυτού του πολιτικού σχεδίου είναι απαραίτητη η συγκρότηση μιας πλατιάς προοδευτικής συμμαχίας με τη συμμετοχή της ευρωπαϊστικής αριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας και των πράσινων.
Μια τέτοια συμπαράταξη μπορεί να σηματοδοτήσει την εκκίνηση μιας νέας πορείας και να δημιουργήσει προϋποθέσεις ώστε η Ε.Ε να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των λαών, να ξαναγίνει ο χώρος των υψηλών κοινωνικών προσδοκιών και να επιδράσει στην αναρρύθμιση της παγκοσμιοποίησης για να βρεθεί αυτή πιο κοντά στις ειρηνικές διευθετήσεις, στις δημοκρατικές αξίες και στην προαγωγή των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Η χώρας μας πρέπει να στοχεύσει να βρίσκεται στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Να διεκδικεί την αλλαγή σε προοδευτική κατεύθυνση των ασκούμενων πολιτικών και ταυτόχρονα να προωθεί το δημοκρατικό εκσυγχρονισμό της, «κόβοντας δρόμο» για τη σύγκλιση της με τις αναπτυγμένες χώρες. Για να γίνει αυτό είναι αναγκαίο η διακυβέρνηση της χώρας να βρίσκεται σε προοδευτικά χέρια και ταυτόχρονα η αλλαγή των κοινωνικών και πολιτικών στάσεων να στηρίξει τη μεταμόρφωση της χώρας.